Το δικό μας βαπόρι
ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ
Ο βασιλιάς της Σκύρου
Ένα μόνο καράβι εξυπηρετεί τη Σκύρο. Με έναν μόνον προορισμό, τη Κύμη. Καράβι όμως με ψυχή. Άρρηκτα δεμένο με το νησί του. Από εκείνα που αναδύονται πάνω από «διοικήσεις και συμφέροντα». Από εκείνα που κερδίζουν με το σπαθί τους την αγάπη που τους πρέπει.
Η ιδιαίτερη σχέση των Σκυριανών με το καράβι που τους ενώνει με τη Κύμη και τον κυρίως κορμό της χώρας μας, δίνεται με άμεσο τρόπο μέσα από το άρθρο της Τέσσης Οικονομοπούλου, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ στο τεύχος Αυγούστου. Άνθρωποι απλοί που αγωνίστηκαν για τη γραμμή, άνθρωποι που δούλεψαν και δουλεύουν στο ΛΥΚΟΜΗΔΗ, άνθρωποι που αισθάνθηκαν το βαπόρι μέλος της οικογένειας τους, απλοί ταξιδιώτες και κάτοικοι, όλοι με ένα κοινό σημείο την αλμύρα της θάλασσας στο πρόσωπο και την αγάπη για το ΛΥΚΟΜΗΔΗ της Σκύρου. Ιστορική αναδρομή, χρήσιμες πληροφορίες και βιογραφικά στοιχεία συνθέτουν το άρθρο και εμείς δεν έχουμε παρά μόνο να αναρωτηθούμε για το μέλλον της ακτοπλοϊκής σύνδεσης, τώρα που φτάσαν τα κακά μαντάτα, για την απόσυρση του ΛΥΚΟΜΗΔΗ μέχρι το τέλος του 2004.
Ευχαριστούμε τους υπεύθυνους έκδοσης του περιοδικού ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ που απροβλημάτιστα έδωσαν τη συγκατάβασή τους στην αναδημοσίευση αυτού του ενδιαφέροντος αφιερώματος.
Ακολουθεί όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ τον Αύγουστο του 2003.
Το 1989 ήρθε από τη Νορβηγία το ULSNES του 1979, για να αντικαταστήσει, μετά τη μετασκευή του στο Πέραμα, το ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ (σημερινό ΝΗΣΟΣ ΚΥΘΗΡΑ) της ίδιας εταιρείας λαϊκής βάσης, της Σκύρος Ν.Ε. Από τότε δουλεύει ακατάπαυστα, περισσότερο ίσως από οποιοδήποτε άλλο ελληνικό επιβατηγό/οχηματαγωγό. Δεν έχει χάσει ούτε ένα δρομολόγιο στα 14 αυτά χρόνια και δεν σταματά παρά τρεις μέρες κάθε δύο χρόνια για δεξαμενισμό στου Βασιλειάδη, περνώντας ετήσια επιθεώρηση χωρίς ακινησία! Δύο κυκλικά δρομολόγια την ημέρα, σε μια απόσταση 24 μιλίων που διανύει σε δύο ώρες. «Εργάτη του Αιγαίου» τον είχαμε χαρακτηρίσει παλαιότερα και δίκαια, αφού ρεπό παίρνουν, άνθρωποι και πλοίο, μόνον Πάσχα, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Κυριακή των Αποκρεών.
ΣΚΥΡΟΣ-ΚΥΜΗ
Τη γραμμή Σκύρο-Κύμη των νεότερων χρόνων ξεκίνησε ο Σκυριανός καπετάνιος Γιώργος Παππάς με το ξύλινο ΜΠΟΡΑ. Ένας άνθρωπος που έχει προσφέρει πολλά όχι μόνον στον τόπο του, αλλά και σε όσους έχουν την τύχη να τον γνωρίσουν. Την ιστορία του και τον ίδιο θα γνωρίσουμε σε ένα αποκλειστικό αφιέρωμα σύντομα κι εμείς. Υπήρξε ο προάγγελος της Nomicos Lines, αφού το πρώτο πλοίο της ακτοπλοΐας τους, το ΣΚΥΡΟΣ στο οποίο συμμετείχε και ο ίδιος, ήταν δική του ιδέα. Το ΣΚΥΡΟΣ (σημερινό ΧΙΟΝΗ, μέσα στο οποίο βάφτισε και την κόρη του Τιτίνα) αντικαταστάθηκε από το ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ χωρίς πια τη δική του συμμετοχή και το 1989 από τον ΛΥΚΟΜΗΔΗ.
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΠΛΟΙΟ
Το ξεκίνησε ο πλοίαρχος Γιώργος Μπόγδανος από τη Κύμη. Και το πλοιάρχησε για πολλά χρόνια. Τα τελευταία πέντε πλοίαρχος είναι ο Τάσος Φραγκούλης από τη Σκύρο. Από το Ναυτικό Γυμνάσιο και την Ανώτερη Δημόσια Σχολή Εμπορικού Ναυτικού Οινουσσών, ο καπτά Τάσος μπάρκαρε το 1975 στην Buena Mar του Επαμεινώνδα Εμπειρίκου «από τους νοικοκυραίους Ανδριώτες εφοπλιστές, σε όλα του σωστός». Τότε είχε μόνο φορτηγά και όχι, όπως σήμερα, γκαζάδικα. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 1997 που πήρε το δίπλωμα πλοιάρχου Α’ και ήρθε στον ΛΥΚΟΜΗΔΗ. Συνειδητοποιεί την ευτυχία να δουλεύει σ’ αυτό το πλοίο, σε αυτή τη γραμμή και με αυτές τις συνθήκες ο καπτάν Τάσος, όσο κι αν δεν έχει ζήσει την πίκρα των άλλων. «Όσο και να αλλάζουν τα πράγματα, η θάλασσα θα έχει πάντα την ομορφιά της. Χωρίς μεράκι και αγάπη, αυτή η δουλειά δεν βγαίνει».
Με 18 άτομα πλήρωμα, οι περισσότεροι Σκυριανοί και από το ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ, ταξιδεύει με 13 κόμβους, το μικρό βαπόρι των 80 μέτρων μήκους επί 11,5 πλάτος. Είναι 1.168 κόρων ολικής χωρητικότητας, με πρωτόκολλο για 426 επιβάτες και ανήκει στην κατηγορία Β΄. δένει στα 9 μποφόρ. Καθόλου μικρό σε σύγκριση με τους προκατόχους του, όμως ήδη μικρό για τις καλοκαιρινές ανάγκες της γραμμής. Στο γκαράζ του (στο οποίο τέσσερα χρόνια μετά την αγορά προστέθηκε πατάρι για 34 αυτοκίνητα Ι.Χ. που μεγαλώνει και μικραίνει) μεταφέρει γύρω στα 100 Ι.Χ. Χωρίς το πατάρι μπορεί να χωρέσει γύρω στα 11 φορτηγά, δηλαδή 110 μέτρα σε δύο σειρές. «Μέσα σε πέντε χρόνια που είμαι στη γραμμή», λέει ο καπτά Τάσος, «το φορτηγό των 10 μέτρων έγινε 17, συν τα άλλα που προστέθηκαν». Επικριτές και συνεργάτες συμφωνούν ότι το πλοίο χρειάζεται αντικατάσταση με ένα μεγαλύτερο και ταχύτερο, υπάρχουν όμως και επιβάτες που ανεβαίνουν στη γέφυρα και λένε «θα πάρετε πιο γρήγορο βαπόρι; Κι εμείς πώς θα σας βλέπουμε; Πώς θα προλαβαίνουμε να πίνουμε τον καφέ μας και να τα λέμε;»!…
Την εποχή που ήρθε από τη Νορβηγία όχι μόνον δεν του έλειπε τίποτα, αλλά διέθετε πολύ περισσότερα από τα άλλα βαπόρια μας: Αυτόματο πιλότο. Προπέλες μεταβλητού βήματος. Δύο τιμόνια. Κάμερες για τη πρύμνη. Bow thruster. Στη Νορβηγία το πλοίο είχε ήδη επιμηκυνθεί κατά 15 μέτρα, με αποτέλεσμα μηχανήματα και μηχανές να του πέφτουν τώρα μικρά. Έχει δύο μηχανές Normo x 1.100 bhp με κατανάλωση 800 λίτρων την ώρα και στη γέφυρα έχει δύο χειριστήρια για την κάθε μηχανή, ένα για το βήμα της προπέλας και έναν για τα πετρέλαια της μηχανής. Οι δύο ηλεκτρομηχανές είναι Volvo Penta. Ο προηγούμενος Α’ μηχανικός, ο κ.Φώτης Παπαστάθης, ήταν μέσα στο βαπόρι από την παραλαβή του το 1989 μέχρι το Μάρτιο του 2002 που συνταξιοδοτήθηκε και εγκαταστάθηκε στην όμορφη Σκύρο. «Όταν χτυπούσε το τηλέφωνό του», λέει ο καπτά Τάσος, «ήξερε πριν το σηκώσει τι βλάβη είχε κάτω. Και μη φανταστείτε καμιά βλάβη σοβαρή, ποτέ ο ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ δεν έχει χάσει δρομολόγιο από βλάβη…».
Ο σημερινός Α’ μηχανικός, ο Νίκος Ψαριώτης επίσης Σκυριανός, μετά από τα φορτηγά της Ceres στα οποία μπάρκαρε το 1972, ήρθε το 1984 στην ακτοπλοΐα και γνώρισε αρκετές πλευρές της. Το ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ, τα υδροπτέρυγα της Ilio Lines του Ηλιόπουλου από Ραφήνα και τα υδροπτέρυγα της Falcon από Πειραιά. «οι μηχανές μας δεν μας δημιουργούν προβλήματα, αλλά μας θέλουν συνέχεια δίπλα τους, όπως ο άνθρωπος όταν μεγαλώνει. Ο κόσμος είναι άξιος, όλο το πλήρωμα και τα παιδιά του μηχανοστασίου ασχολούνται πολύ με το βαπόρι, το νιώθουν δικό τους και παράλληλα είναι και επαγγελματίες. Δεν υπάρχει περίπτωση να πει κάποιος “κουράστηκα, δεν αντέχω άλλο”. Όταν τελειώσει η δουλειά, βγαίνει η ικανοποίηση».
Το πλήρωμα του ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ αποτελείται από:
Πλοίαρχο: Τάσο Φραγκούλη
Α’ Μηχανικό: Νίκο Ψαριώτη
Υποπλοίαρχο: Μιχάλη Χριστοδούλου
Γ’ Μηχανικό: Κώστα Φτούλη
Β’ Οικονομικό: Αντώνη Τσάκο
Α’ Μηχανοδηγό: Γιάννη Μωραΐτη
Β’ Μηχανοδηγό: Ζαχαρία Καλημέρη
Καθαριστή: Μανώλη Κουνανίδη
Ναύκληρο: Μανώλη Παπαγρηγόρη
Ναύτες: Φώτη Καραμπίνη
Γιάννη Ξανθούλη
Κώστα Φτούλη
και Δημήτρη Καραμπέτη
Ναυτόπαιδα: Δημήτρη Ορφανό
Θαλαμηπόλο: Μανώλη Βαρσάμο
Βοηθό θαλαμηπ.: Γιώργο Ψαριώτη
Η ΣΚΥΡΟΣ Ν.Ε.
Με 2.800 μόνιμους κατοίκους και περίπου χίλια άτομα στρατό, η Σκύρος δεν είναι ισχυρός αιμοδότης ενός πλοίου. Το χειμώνα ο ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ μεταφέρει 40 περίπου επιβάτες το ταξίδι και τα έξοδά του μεταφέρονται για εξισορρόπηση στους καλοκαιρινούς μήνες. «Βγαίνει γιατί είναι οικονομικό βαπόρι και γιατί είναι σωστή η διαχείριση», μας λέει ο καπτά Δημήτρης Φτούλης, γενικός διευθυντής και επί έξι χρόνια πρόεδρος στο παρελθόν. «Ο Δήμος Σκύρου κατέχει το 24,6% και ελέγχει την εκάστοτε διοίκηση. Μέχρι στιγμής η γραμμή δεν επιδοτείται και οι εκπτώσεις που καθόρισε το ΥΕΝ μας δημιουργούν οικονομικό πρόβλημα. Η Σκύρος είναι νησί κάτω των 3.100 κατοίκων, άρα οι κάτοικοι πληρώνουν μισό εισιτήριο και οι 1.000 περίπου στρατιωτικοί αποτελούν το 40% του νησιού. Στα 150.000 επιβατικά εισιτήρια που κόβουμε το χρόνο, το 80% είναι εκπτωτικά»!
Το εισιτήριο του επιβάτη κοστίζει 7,45 € και του Ι.Χ. από 22 € μέχρι 32 € για τα άνω των 4,20 μέτρων αυτοκίνητα. Η Σκύρος δεν συνδέεται ακτοπλοϊκά με τα άλλα νησιά των Βορείων Σποράδων. Διοικητικά ανήκει στην Εύβοια. «Εμείς δεν πήραμε βαπόρι για να γίνουμε εφοπλιστές», λέει ο κ.Φτούλης. «Το πήραμε για να έχουμε συγκοινωνία. Πήραμε το ΚΑΤΕΡΙΝΑ του Αρώνη και το κάναμε ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ. Ως τότε είχαμε το ΣΚΥΡΟΣ του Νομικού, ανοικτό πίσω, το σημερινό ΧΙΟΝΗ. Και είχαν φτάσει φορές που έκανε δύο δρομολόγια το μήνα λόγω της κακοκαιρίας». Το καλοκαίρι το πλοίο αποπλέει από τη Σκύρο στις 08:00 και καταπλέει στη Κύμη στις 10:00. Ξαναφεύγει σε μια ώρα, με άφιξη στη Σκύρο στις 13:00. Αποπλέει στις 14:00 και φτάνει στη Κύμη στις 16:00 για να ξαναφύγει στις 17:00 και να φτάσει στη Σκύρο στις 19:00 για διανυκτέρευση.
ΣΑΝ ΕΝΑΝ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟ
«Βαπόρι και νησί είναι άρρηκτα δεμένα», μας λέει ο καπτά Τάσος. «Το ένα αγαπά το άλλο. Πόσες φορές δεν έχουμε σηκωθεί νύχτα να περάσουμε έναν ασθενή απέναντι». Η σχέση αυτή έχει περάσει στους κατοίκους. Στην κ. Τιτίνα Παππά που μας είχε γράψει επιστολή «υπευνθυμίζοντάς μας την ύπαρξη του ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ» και προτρέποντάς μας να ασχοληθούμε με το νησί και το βαπόρι του. Και στον κ. Κυριάκο Αντωνόπουλο, ιδιοκτήτη του bar Kavos, γατζωμένο στα βράχια του κάβου στο λιμάνι της Λιναριάς, που το υποδέχεται επί 11 χρόνια με την ίδια πάντα μουσική. Το Zarathustra του Richard Strauss. Το 1996, ένα άρθρο στην ημερήσια αγγλική εφημερίδα Lloyd’s List είχε τίτλο: «Όταν τα πλοία φτάνουν και αγαπιούνται σαν μέλος της οικογένειας». Ο Κυριάκος Αντωνόπουλος, γιος του καπτά Γιώργου Αντωνόπουλου πλοιάρχου Ε.Ν. και αρχιπλοηγού Πάτρας, από παιδί δίπλα στα βαπόρια σπούδασε ναυτιλιακά στο Λονδίνο. Η ροπή προς τον ορίζοντα άνοιξε το μυαλό και την καρδιά του, άφησε την εταιρεία του Λάτση όπου δούλευε, άφησε και την Αθήνα, ήρθε να ζήσει και να δουλέψει στο μικρό κομμάτι γης που αγόρασε ο πατέρας του το 1946 και κατάφερε να φέρει τον τόπο του στο διεθνές προσκήνιο μέσα από την αγάπη του. «Πρέπει κάποιος να πάει στη Σκύρο», γράφει το άρθρο αναλύοντας τους λόγους. «Και αυτό σημαίνει να πάρει τον ΛΥΚΟΜΗΔΗ, το μοναδικό σύνδεσμο του νησιού […]. Όπως το πλοίο γυρίζει στο λιμάνι της Λιναριάς για να δέσει στη προβλήτα, χαιρετίζεται από τους επικούς ήχους του Richard Strauss, το Also Sprach Zarathustra, που όλοι γνωρίζουν από το 2001: “η Οδύσσεια του Διαστήματος”. Αυτός είναι ο τρόπος που ο Κυριάκος Αντωνόπουλος υποδέχεται το βαπόρι και χαιρετά τους επιβάτες του. Τα μεγάφωνα του bar παίζουν δυνατά αυτή τη μουσική κάθε φορά που το πλοίο προσεγγίζει στο λιμάνι. Και αυτό αντιχαιρετά σφυρίζοντας».
Ένας καλός γνώστης της ελληνικής ακτοπλοΐας μου είχε πει κάποτε: «Την ακτοπλοΐα τη χάσαμε από τότε που η πρώτη ναυτιλιακή εταιρεία μπήκε στο Χρηματιστήριο.» Μπορεί και να τη χάσαμε. Όμως είμαι βέβαιη ότι δεν ήξερε το ΛΥΚΟΜΗΔΗΣ. Η ακτοπλοΐα εκείνη, με την ανιδιοτέλεια και την ομορφιά της, ζει ακόμα. Έστω «δειγματοληπτικά». Μέσα στο μικρό αυτό βαπόρι που ανήκει σε 1.705 Σκυριανούς μετόχους. Είναι το δικό τους βαπόρι. Και δικό μας!
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΕΦΟΠΛΙΣΤΗΣ”
ΤΕΣΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ