Ο Άγιος Μάμας, κατά τις εικονογραφήσεις παρουσιάζεται ως νεαρός βοσκός, προστάτης των κοπαδιών, ν’ αρμέγει ελαφίνες κι ως νέος Ορφέας να συγκεντρώνει γύρω του όλα τα ζώα. Άλλοτε πάλι ανάμεσα σε λιοντάρια, να κρατά ράβδο ή ρόπαλο. Όπως πάντως κι αν εικονογραφήθηκε το γεγονός ότι τον μνημόνευσαν οι Καππαδόκες πατέρες Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, φανερώνουν το μέγεθος αυτού του νέου που σε ηλικία 15 ετών έγινε κήρυκας του Ευαγγελίου και σε ηλικία 16 ετών μαρτύρησε.
Η γέννησή του σε κελί φυλακής, λόγω της χριστιανικής πίστης των γονέων του, η ορφάνια και η ανατροφή που πήρε από τη θετή μητέρα του, η καταδίωξη και τα βασανιστήρια που υπέστη για την πίστη του και τα πολλά θαύματα που αναφέρονται στη σύντομη ζωή του, πλαισιώνουν έναν Άγιο που άξια μπορεί να προστατεύσει, τον αδύναμο σκυριανό κτηνοτρόφο και στην πιο μεγάλη δυσκολία.
Για τη Σκύρο η 2 του Σεπτέμβρη είναι ημέρα αφιερωμένη στη μνήμη του Αγίου Μάμαντος. Γιορτάζεται στο πανέμορφο εκκλησάκι του, στα υψώματα του κόλπου της Καλαμίτσας. Το Αδελφάτο (οι επίτροποί του) εργάζονται πυρετωδώς και εθελοντικά για την υποδοχή των πιστών διότι μετά τον Εσπερινό ακολουθεί μεγάλη πανηγυρική εορτή, με φαΐ, κρασί και σκυριανό τραγούδι.
Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΜΑΣ
Σε δύο πανηγυρικές ομιλίες που είπαν στη μνήμη του αγίου Μάμαντα οι Καππαδόκες πατέρες του 4ου αιώνα, Μέγας Βασίλειος και Γρηγόριος Ναζιανζηνός, βρίσκουμε τις πιο παλιές πληροφορίες για τον άγιο Μάμαντα. Είναι, μπορούμε να πούμε και οι πρώτοι βίοι του αγίου, αφού μας δίδουν τα πρώτα χαρακτηριστικά του: βοσκός στα βουνά και οι ελαφίνες του πρόσφεραν το γάλα τους.
Σ’ ένα λατινικό χειρόγραφο του 10ου αιώνα περιέχεται ο βίος του αγίου Μάμα. Στον βίο αυτό, ο άγιος παρουσιάζεται να έχει ανατραφεί από Επίσκοπο της Καισαρείας μετά το θάνατο του οποίου, ο Μάμας σε ηλικία δώδεκα ετών, ανέβηκε στο βουνό για να ασκητέψει. Ελαφίνες, λιοντάρια, αρκούδες, πάρδοι, λύκοι, όναγροι, μονόκεροι, άγρια άλογα, βούβαλοι κι άλλα άγρια θηρία ημερεύουν και γονατίζουν μπροστά στον άγιο. Ο άγιος μεταβάλλεται σε Ορφέα που μαγεύει τα άγρια θηρία.
Αυτή την ορφική μορφή του αγίου Μάμα συναντούμε σε μια ολόκληρη σειρά ανώνυμων βίων του που σώζονται σε ελληνικά χειρόγραφα του 10ου – 11ου αιώνα κι εξής. Σύμφωνα δε, με τον Συμεώνα τον μεταφραστή (10ος αιώνας) οι χριστιανοί γονείς του αγίου κατάγονται από τη Γάγγρα της Παφλαγονίας και στα χρόνια του αυτοκράτορα Αυρηλιανού μεταφέρονται μεταφέρονται στη Καισαρεία, φυλακίζονται και πεθαίνουν. Η ετοιμόγεννη μητέρα φέρνει στον κόσμο τον Μάμα πριν ξεψυχήσει. Το βρέφος δίδεται να ανατραφεί σε πλούσια χήρα της Καισαρείας, την Αμμία, η οποία το ονόμασε Μάμα. Μετά το θάνατο της Αμμίας το παιδί κληρονομεί τη μεγάλη περιουσία της και διώκεται στον διωγμό του Αυρηλιανού, οπότε, ύστερα από διάφορα βασανιστήρια μαρτυρεί στις 2 του Σεπτέμβρη.
Οι χριστιανοί της Καππαδοκίας τιμούσαν ιδιαίτερα τον άγιο Μάμα. Ο άγιος είχε κληρονομήσει πολλά χαρακτηριστικά από τη μεγάλη θεότητα της Καππαδοκίας, Μα, ή την αρσενική μορφή της, τον Μήνα. Πρώτα-πρώτα με την Μα τον συνδέει το όνομά του. Το όνομα Μάμας είναι μικρασιάτικο και το συναντούμε με διάφορες μορφές στις επιγραφές και στα ονόματα θεών: Μα, Αμμία, Αμμά, Μάμα. Όταν λοιπόν, ο άγιος, κληρονόμησε την περιουσία της θετής του μητέρας, Αμμίας, ο νεαρός άγιος κληρονόμησε τον θησαυρό της λατρείας της Αμμίας – Μα, μεγάλης μητέρας των θεών που είχε κατακτήσει όλη τη Μικρά Ασία και ιδιαίτερα την Καππαδοκία στη ρωμαϊκή εποχή. Η Μα εικονίζεται εξοπλισμένη με ρόπαλο και αρχικά λεοντόμορφη, αργότερα όμως το λιοντάρι εικονίζεται δίπλα της ή πάνω στα πόδια της. Εκτός απ’ τη Μα υπήρχε κι ο Μην ή Άττις, ο βοσκός που τον ακολουθούσαν δυο λιοντάρια και φρόντιζε τα κοπάδια και τους βοσκούς. Τα ιερά του ήταν πάνω στα βουνά όπου τον λάτρευαν μαζί μα την Μα οι κάτοικοι της Καππαδοκίας και της Λυκαονίας.
Αντί τη θεότητα Μα που την συνοδεύει ο Άττις, βοσκός, προστάτης των κοπαδιών, αυτήν ήρθε ν’ αντικαταστήσει ο άγιος Μάμας. Στις λαϊκές εικονογραφήσεις είναι νεαρός βοσκός σαν τον Άττι, έχει πρόβατα, προστατεύει τα κοπάδια των πιστών, αρμέγει ελαφίνες, κι ως νέος Ορφέας, συγκεντρώνει γύρω του όλα τα ζώα. Σαν τη Μα, εικονίζεται ανέπαφος ανάμεσα σε λιοντάρια να κρατά ράβδο ή ρόπαλο. Την ράβδο, πολεμική, ποιμενική και παμπάλαια, την απέκτησε απ’ τον ουρανό κι είναι μαγική χαρίζοντας σ’ αυτόν που την χτυπά στη γη, ότι ζητήσει.
Μετά την υποταγή της Μικρά Ασίας στους Μωαμεθανούς, ο άγιος Μάμας έμεινε κοντά σ’ όλους τους Καππαδόκες, χριστιανούς ή μουσουλμάνους. Με τον άγιο Μάμα οι δερβίσηδες, μωαμεθανοί μοναχοί, είχαν έναν περίεργο δεσμό. Γύριζαν στην Καππαδοκία και ζητούσαν απ’ τους χριστιανούς να δώσουν το όνομα Μάμας στα παιδιά που θα γεννιόντουσαν υπό την επίδραση των μαγικών κόκκων σταριού και φακής. Μοίραζαν στάρι για τα’ αγόρια και φακή για τα κορίτσια, αλλά το αγόρι έπρεπε να ονομαστεί Μάμας.
Οι δερβίσηδες ξεκινούσαν από το χωριό Μαμασός, 22 χιλιόμετρα από το Νένεζι, ίσως το μοναδικό παράδειγμα συνύπαρξης χριστιανικής και μωαμεθανικής λατρείας στο ίδιο ιερό. Στην εκκλησία της Μαμασού πιστεύεται ότι υπάρχει το λείψανο του αγίου και γινόταν μεγάλο πανηγύρι από Ρωμιούς, Αρμένηδες και Τούρκους στις 21 Μαΐου, 15 Αυγούστου και 2 Σεπτεμβρίου. Οι Τούρκοι λένε τον άγιο Μαμασούν Μπαμπάς, δηλαδή, άγιο της Μαμασού.
Με την ανταλλαγή (1924) οι χριστιανοί της γειτονικής Καρβάλης, θέλησαν να πάρουν μαζί τους στην Ελλάδα τον άγιο της Μαμασού αλλά οι Τούρκοι δεν τους άφησαν. «Είναι δικός μας», έλεγαν, «εδώ θα μείνει». Έτσι, ο άγιος Μάμας, ο Μαμασούν Μπαμπάς, ζει πάντα στην Καππαδοκία κι ένας απ’ τους τελευταίους επιζήσαντες δερβίσηδες εξακολουθεί ν’ ανάβει τα καντήλια του.